Διαχείριση προβλημάτων συμπεριφοράς σχολικής τάξης

Του Παπασταμάτη Αδαμάντιου, Επίκουρου καθηγητή *

lonelyΗ διαχείριση της τάξης είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, η οποία προϋποθέτει ανάπτυξη και διατήρηση διδακτικών δραστηριοτήτων με ομαλή ροή, παρακολούθηση και ταυτόχρονη αντιμετώπιση γεγονότων. Όταν αυτά συνδυασθούν με τη γνώση ότι κάθε μαθητής μαθαίνει με το δικό του ρυθμό και τρόπο, και μερικοί όχι μόνο δεν θέλουν να μάθουν αλλά παρεμποδίζουν τη μάθηση των άλλων, η διδασκαλία και η διεύθυνση της τάξης καθίστανται ακόμη πιο απαιτητικές. …>>

Περίληψη

Η διαχείριση της τάξης είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, η οποία προϋποθέτει ανάπτυξη και διατήρηση διδακτικών δραστηριοτήτων με ομαλή ροή, παρακολούθηση και ταυτόχρονη αντιμετώπιση γεγονότων. Όταν αυτά συνδυασθούν με τη γνώση ότι κάθε μαθητής μαθαίνει με το δικό του ρυθμό και τρόπο, και μερικοί όχι μόνο δεν θέλουν να μάθουν αλλά παρεμποδίζουν τη μάθηση των άλλων, η διδασκαλία και η διεύθυνση της τάξης καθίστανται ακόμη πιο απαιτητικές. Γι’ αυτό η πειθαρχία στην τάξη είναι περίπλοκο έργο. Πέραν τούτου, δεν υπάρχει καθολική συμφωνία για τα κριτήρια της πειθαρχίας, αφού κάθε εκπαιδευτικός έχει τα δικά του κριτήρια. Ανεξάρτητα από όλα αυτά οι εκπαιδευτικοί που είναι καλοί στην πρόληψη των πειθαρχικών προβλημάτων χαρακτηρίζονται από συγκεκριμένες μορφές συμπεριφοράς. Μεταξύ άλλων πραγμάτων, δημιουργούν θετικό και συνεργατικό κλίμα στην τάξη, προλαμβάνουν την ανεπιθύμητη συμπεριφορά, αποφεύγουν τις τιμωρίες και χρησιμοποιούν τη συμπεριφορά των μαθητών ως οδηγό για να δράσουν αποτελεσματικά.

Λέξεις κλειδιά: κλίμα, πειθαρχία, συμπεριφορά

1. Εισαγωγή

Για να γίνει κάποιος καλός εκπαιδευτικός χρειάζεται να κατέχει τις βασικές θεωρητικές γνώσεις των παιδαγωγικών επιστημών (ψυχολογία, κοινωνιολογία και φιλοσοφία) αλλά και να διαθέτει εμπειρία που συνοδεύεται από αναστοχασμό. Οι παιδαγωγικές επιστήμες θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά, να κατανοήσει τις διαδικασίες και τα κίνητρα μάθησης, να κατανοήσει τον εαυτό του και τον κόσμο έτσι ώστε να μεγιστοποιήσει την αποτελεσματικότητά του ως άτομο και να αποκτήσει επίγνωση των ηλικιακών ομάδων στις οποίες διδάσκει. Από την άλλη πλευρά ο αναστοχασμός της διδακτικής του πράξης θα τον βοηθήσει να διαμορφώσει τη δική του προσωπική θεωρία, η οποία θα τον βοηθήσει να βελτιώσει τη διδακτική του πράξη. Έτσι, μέσω των παιδαγωγικών θεωριών όσο και της στοχαστοκριτικής του σκέψης για τον τρόπο που διδάσκει και γενικά οργανώνει και διευθύνει τη σχολική τάξη, θα μπορέσει να γνωρίσει τη δυναμική της ομάδας και να έχει επίγνωση του τρόπου με τον οποίο θα μπορέσει να καλλιεργήσει ένα θετικό ψυχοκοινωνικο-συναισθηματικό κλίμα στην τάξη.

Όταν αναφερόμαστε στο κλίμα της τάξης, μιλούμε για ένα γενικό ψυχολογικό χαρακτήρα της τάξης, ένα άμορφο και διάχυτο αίσθημα το οποίο κάποιος γρήγορα διαπιστώνει, όταν βρεθεί σε μια τάξη έστω και για λίγο χρονικό διάστημα. Αν και δεν μπορούμε να το μετρήσουμε εύκολα, είναι κάτι που εύκολα το αντιλαμβανόμαστε. Σε μια τάξη λόγου χάρη, αισθανόμαστε έναν αέρα επιφύλαξης, οι αλληλεπιδράσεις της είναι προσεκτικές και μετρημένες. Σε μια άλλη τάξη, εντοπίζουμε έναν αέρα ενθουσιασμού, οι αλληλεπιδράσεις της είναι αυθόρμητες και ελεύθερες. Σε ένα συνεχή κύκλο δράσεων και αντιδράσεων, ο εκπαιδευτικός και ο μαθητής ταυτόχρονα επηρεάζουν και επηρεάζονται από το συναισθηματικό κλίμα που δημιουργούν. Κάθε τάξη δημιουργεί το δικό της κλίμα, το οποίο είναι βασικά αποτέλεσμα των διαπροσωπικών σχέσεων των ατόμων που εμπλέκονται και του κοινωνικο-συναισθηματικού – νοητικού περιβάλλοντος που αναδύεται από τις αλληλεπιδράσεις τους (Ματσαγγούρας, 2001).

2. Καθορισμός και λόγοι ανεπιθύμητης συμπεριφοράς

Ο καθορισμός της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς είναι μια αντιμαχόμενη διαδικασία, επειδή δεν υπάρχουν κοινώς αποδεκτά κριτήρια με βάση τα οποία θα θεωρηθεί μια συμπεριφορά ανεπιθύμητη. ’λλος λόγου χάρη, θεωρεί ότι πρέπει να επικρατεί απόλυτη ησυχία μέσα στην τάξη, ενώ άλλος θεωρεί λογικό (και μάλιστα επιθυμητό) κάποιο επίπεδο θορύβου (Fondana, 1996; Pollard & Tann, 1993).

Ανεξάρτητα από όλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνούμε τι σημαίνει να είσαι παιδί και να κάθεσαι επί ώρες σε ένα θρανίο. Τι όμως είναι αυτό που προκαλεί την ανεπιθύμητη συμπεριφορά; Για να δοθεί ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό χρειάζεται να έχουμε τη σοφία του Σολομώντα. Πάντως στις περισσότερες περιπτώσεις τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο εκπαιδευτικός στην τάξη οφείλονται: α. στην αδυναμία του σχολείου να ανταποκριθεί στις ανάγκες του μαθητή και β. στην ελλιπή κοινωνικοποίηση του τελευταίου (Ματσαγγούρας, 2001).

Όπως επισημαίνουν οι Cohen, Manion και Morrison (1996), οι συνηθέστεροι λόγοι που προκαλούν ανεπιθύμητη συμπεριφορά στην τάξη είναι:

α. Η αντιπάθεια προς το σχολείο.
Μερικοί μαθητές θεωρούν το σχολείο ως τόπο άχρηστο για το μέλλον τους. Έτσι απορρίπτουν τόσο τους εκπαιδευτικούς όσο και το σχολείο.

β. Κοινωνική κυριαρχία
Μερικοί σωματικά και κοινωνικά ώριμοι μαθητές αισθάνονται την ανάγκη αναγνώρισης με την έννοια ότι θέλουν να τους δίνουν σημασία οι συμμαθητές τους. Αυτό πολλές φορές το κατορθώνουν με το να αμφισβητούν την εξουσία του καθηγητή. Αν ο καθηγητής δεν αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αυτή την πρόκληση ενδέχεται να αμφισβητηθεί η θέση του από όλη την τάξη.

γ. Κοινωνική απομόνωση
Μερικοί μαθητές αισθάνονται την ανάγκη να γίνουν αποδεκτοί από τους συμμαθητές τους. Ωστόσο, είναι απομονωμένοι και αδυνατούν να ενσωματωθούν στην τάξη. Έτσι, για να το κατορθώσουν υιοθετούν τη συμπεριφορά ομάδας της τάξης, συχνά μάλιστα στην ακραία μορφή της.

δ. Αντιφατική συμπεριφορά
Μερικοί μαθητές αδυνατούν ή δεν θέλουν να προβλέψουν τις επιπτώσεις της κακής συμπεριφοράς τους. Γι’ αυτό συμπεριφέρονται αυθόρμητα αντί να συλλογίζονται για τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς τους.

ε. ’γνοια κανονισμών
Η άγνοια των κανονισμών για τη συμπεριφορά στην τάξη είναι ένας συνηθισμένος λόγος αταξίας. Αυτό ειδικά ισχύει στις αρχές του διδακτικού έτους.

στ. Αντιφατικοί κανονισμοί
Δυσκολίες επίσης προκύπτουν για τον καθηγητή, όταν υπάρχουν αντιφατικοί κανονισμοί , εκείνοι της οικογένειας και εκείνοι του σχολείου. Κάτι που επιτρέπεται στο σπίτι μπορεί να απαγορεύεται στο σχολείο. Μπορεί ακόμη να υπάρχει αντίθεση μεταξύ των κανόνων του σχολείου και του μαθητή εκτός σχολείου. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η σύγκρουση αυτή είναι σοβαρή είναι σκόπιμο ο καθηγητής να συζητήσει το πρόβλημα με το μαθητή.

ζ. Μετάθεση
Όπως είπαμε προηγουμένως, η κακή συμπεριφορά μπορεί να εκδηλωθεί στην τάξη, επειδή σε άλλο περιβάλλον θεωρείται σωστή. Παρόμοια κατάσταση ισχύει και για τα συναισθήματα τα οποία μεταφέρονται σε άλλα άτομα και αντικείμενα. Έτσι ένας μαθητής που μισεί τον πατέρα του μπορεί να μεταβιβάσει το μίσος του στον καθηγητή του. Στην εποχή μας που χαρακτηρίζεται από αύξηση των διαζυγίων και των μονογονεϊκών οικογενειών, η μετάθεση αυτή μπορεί να είναι ένας συνηθισμένος λόγος κακής συμπεριφοράς.

η. Aγχος
Πολλές φορές η κακή συμπεριφορά οφείλεται στο υπερβολικό άγχος που χαρακτηρίζει μερικούς μαθητές. Αυτό μπορεί να προέρχεται από τις εξετάσεις, τη βαθμολογία, τις απαιτήσεις των γονέων κ.ά.

θ. Διδακτικό στυλ
Συνήθως οι παιδαγωγοί, κάνουν διάκριση μεταξύ αυταρχικού, δημοκρατικού και του ελευθεριάζοντος στυλ διδασκαλίας. Από τα τρία αυτά το δημοκρατικό θεωρείται ότι συμβάλλει καλύτερα στη διαμόρφωση θετικού κλίματος στην τάξη και υψηλά επίπεδα ικανοποίησης των μαθητών από τη ζωή της μαθητικής ομάδας, καταστάσεις που συμβάλλουν στην ελαχιστοποίηση των ανεπιθύμητων μορφών συμπεριφοράς στην τάξη.