Ως εκπαιδευτικοί με εικοσαετή εμπειρία στο δημόσιο σχολείο βιώσαμε μια αλλοτριωτική σχολική πραγματικότητα στην οποία πολλές φορές αναγκαστήκαμε να προσαρμοστούμε, άλλες φορές να εναντιωθούμε και άλλες να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τρόπους διαφυγής. Στην προσπάθεια να συμπυκνώσουμε τα πιο σημαντικά κατά την προσωπική μας άποψη στοιχεία που μας παρακίνησαν να διενεργήσουμε την παρούσα έρευνα, επισημαίνουμε τα παρακάτω:
– Την αναγκαστική συμμόρφωση του εκπαιδευτικού σε διατάξεις και νόμους που υπαγορεύονται από την ιεραρχία της εκπαίδευσης και του Υπουργείου χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η γνώμη και η άποψη του ίδιου του εκπαιδευτικού, οι ανάγκες του καθώς και οι ιδιαιτερότητες του εκάστοτε σχολείου.
– Την έλλειψη αυτονομίας του εκπαιδευτικού να διδάσκει από ένα ευρύτερο πεδίο γνωστικών αντικειμένων καθώς υποχρεώνεται να διδάσκει ένα συγκεκριμένο σχολικό εγχειρίδιο κατά τάξη μέσα σε καθορισμένο χρονικό διάστημα.
– Τη συρρίκνωση του ρόλου του εκπαιδευτικού ο οποίος περιορίζεται πολλές φορές στην απλή μετάδοση γνώσεων και πληροφοριών καθώς και την εναγώνια αναζήτηση επαναπροσδιορισμού της επαγγελματικής του ταυτότητας από τον ίδιο.
– Την αυξημένη ευθύνη των εκπαιδευτικών –κυρίως του Λυκείου- να προετοιμάσουν επαρκώς τους μαθητές για την εισαγωγή τους στα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, πράγμα που σημαίνει πίεση χρόνου για την κάλυψη της διδακτέας ύλης και αυξημένο άγχος του εκπαιδευτικού αφού η επιτυχία ή η αποτυχία των μαθητών του αποτελεί έμμεση αξιολόγηση του ίδιου.
– Την ανασφάλεια των εκπαιδευτικών από ένα σύνολο παραγόντων όπως η καθημερινή τους αξιολόγηση από μαθητές, γονείς, διευθυντές όσο και από την κοινωνική αμφισβήτηση του προσώπου τους.
– Την απαρέσκεια από την πίεση που υφίσταται ο εκπαιδευτικός εξ’ αιτίας των γραφειοκρατικών υποχρεώσεων που επαναλαμβάνονται μηχανικά. Τέτοιες είναι: η καθημερινή καταγραφή της διδαχθείσας ύλης, η καθημερινή εξέταση και αξιολόγηση των μαθητών, η κατάθεση βαθμολογίας τριμήνων, οι τυπικές παιδαγωγικές συνεδριάσεις ή οι έκτακτες συνεδριάσεις του συλλόγου των διδασκόντων για την επιβολή τιμωρίας σε μαθητές με ‘ανάρμοστη συμπεριφορά’ χωρίς ουσιαστικό παιδαγωγικό περιεχόμενο.
– Την καθημερινή σχολική ρουτίνα που αφαιμάσσει τον ενθουσιασμό των καθηγητών και δε δημιουργεί διευκολυντικές συνθήκες για συγκίνηση, δράση και αυτενέργεια.
– Την επικρατούσα από καθέδρας διδασκαλία σε απρόσωπα και κάποιες φορές ακατάλληλα κτιριακά συγκροτήματα.
– Τις πολυπληθείς τάξεις των 30 μαθητών που δυσχεραίνουν το έργο του εκπαιδευτικού και προς την κατεύθυνση δημιουργίας ουσιαστικών σχέσεων με τους μαθητές του.
– Την απουσία συνεργασίας μεταξύ των ίδιων των εκπαιδευτικών σε επίπεδο σχολικής και τοπικής κοινότητας καθώς και τον ανταγωνισμό που κάποιες φορές ανακύπτει για διάφορα θέματα μέσα στο σχολικό περιβάλλον.
– Την ελλιπή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και την ισχύουσα περιστασιακή, ταχύρυθμη και αναχρονιστική επιμόρφωση μέσα σε ξεπερασμένα παραδοσιακά σχήματα.
– Την επιτακτική ανάγκη που αισθάνονται κάποιοι εκπαιδευτικοί να αναλαμβάνουν προαιρετικά σχολικά προγράμματα προκειμένου να εκφράσουν τη δημιουργικότητά τους, να αντλήσουν ικανοποίηση και να επικοινωνήσουν βαθύτερα και πιο ουσιαστικά με τους μαθητές τους.
Κατά την προσωπική μας γνώμη ο εκπαιδευτικός στον οποίο δε δίνονται κίνητρα, ευκαιρίες και δυνατότητες για ανάληψη πρωτοβουλιών, ώστε να δοκιμάζει νέους τρόπους διδασκαλίας μέσα από ποικίλες προσεγγίσεις σε ένα ευρύτερο φάσμα περιοχών γνώσης, μεθοδολογίας και έρευνας, καθηλώνεται σε παραδοσιακά παιδαγωγικά σχήματα, συρρικνώνει το ρόλο του, αναστέλλει την επαγγελματική του εξέλιξη και την προσωπική του ανάπτυξη.
Έχοντας την εμπειρία των ανωτέρω αναφερθέντων, παρατηρώντας και βιώνοντας τη συνεχή φθορά και απογοήτευση του εκπαιδευτικού μέσα στις αλλοτριωτικές συνθήκες του σχολικού συστήματος, στην έρευνα αυτή θα επιχειρήσουμε να διερευνηθούν οι δυσκαμψίες και τα προβλήματα της σχολικής συνθήκης – που επηρεάζουν αρνητικά τον εκπαιδευτικό αναστέλλοντας την εξέλιξή του – , να αναδειχτούν οι αλλαγές που υφίσταται ο ίδιος στο έργο του αλλά και ως άτομο στην πορεία του επαγγέλματος μέσα στο χρόνο, να καταδειχθεί ο βαθμός συνειδητοποίησης του εκπαιδευτικού για την αλλαγή και τη φθορά που υφίσταται μέσα σ’ ένα αλλοτριωτικό σχολικό περιβάλλον, να διερευνηθεί η προσωπική άποψη του εκπαιδευτικού αναφορικά με τα αίτια που προκαλούν αυτή τη φθορά και την αλλαγή και να αναδειχτεί η προσωπική ευθύνη του ίδιου του εκπαιδευτικού μέσα στο σχολικό σύστημα.
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει τις αλλοτριωτικές συνθήκες του σχολικού συστήματος ως επιβαρυντικούς παράγοντες για τη δημιουργία του φαινομένου της αλλοτρίωσης στο πρόσωπο και το έργο του εκπαιδευτικού καθώς και το βαθμό αλλοτρίωσης του εκπαιδευτικού που εκφράζεται στη στάση του μέσα στο περιβάλλον του σχολείου.
Στόχοι είναι:
– Να ακουστεί η φωνή των εκπαιδευτικών
– Να καταγραφεί ο τρόπος που βιώνουν οι ίδιοι τη σχολική πραγματικότητα
– Να καταδειχθεί πώς οι ίδιοι αντιλαμβάνονται το ρόλο τους και πώς τον πραγματώνουν
– Να διερευνηθούν αλλαγές που έχουν υποστεί οι ίδιοι ως άτομα αλλά και στο έργο τους μέσα στο σχολείο καθώς και ποιοι παράγοντες προκάλεσαν αυτές τις αλλαγές
– Να αναδομήσουν οι εκπαιδευτικοί την εμπειρία τους μέσα στο έργο τους και να επαναξιολογήσουν το έργο τους
– Να αφυπνιστούν οι συνειδήσεις όσων εμπλέκονται με οποιοδήποτε τρόπο στο εκπαιδευτικό και σχολικό σύστημα.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν:
α) την άποψη των μελετητών του φαινομένου της αλλοτρίωσης, ότι στη σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία αναπτύσσεται ένας τεχνολογικός ορθολογισμός προς την κατεύθυνση του οποίου κινητοποιείται το ανθρώπινο δυναμικό, η κινητοποίηση δε αυτή επιτυγχάνεται με τη γενική και ειδικευμένη παιδεία, και ότι με τον τρόπο αυτό η σύγχρονη τεχνολογία επιτρέπει την πλήρη εξάρτηση των πιο εσωτερικών βιωμάτων του σημερινού ανθρώπου και τη ρύθμιση της συμπεριφοράς του από τις επιδιώξεις του βιομηχανικού κατεστημένου,
1
β) την προσωπική μας εκτίμηση ότι η αλλοτρίωση είναι ένα γενικευμένο σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο ‘διαπερνά και διαποτίζει’ τα άτομα και τους θεσμούς μιας κοινωνίας, στην παρούσα εργασία επιχειρούμε αρχικά έναν ορισμό της έννοιας της αλλοτρίωσης στις διάφορες σημασίες της στη σημερινή ζωή, την επιστήμη και τη φιλοσοφία. Στη συνέχεια διερευνούμε το φαινόμενο της αλλοτρίωσης στην κοινωνική του διάσταση και στο εργασιακό πλαίσιο και ακολούθως αναφερόμαστε στα χαρακτηριστικά του αλλοτριωμένου σύγχρονου ανθρώπου. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η διερεύνηση του φαινομένου της αλλοτρίωσης στο χώρο της εκπαίδευσης και συγκεκριμένα αναφορικά με το πρόσωπο του εκπαιδευτικού μέσα στο σχολικό σύστημα. Τέλος παρατίθενται η μεθοδολογία, τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας και ο σχολιασμός τους.
1 Marcuse Herbert, O Μονοδιάστατος Άνθρωπος, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα
Η υπόλοιπη εργασία στο συνημμένο αρχείο.
Ιαν 16 2006
Το φαινόμενο της αλλοτρίωσης αναφορικά με τον εκπαιδευτικό μέσα στο σχολ. σύστημα
Άντα Κυριάκου, Φιλόλογος, Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Θεσσαλονίκης
Χρήστος Πετσάνης, Ιατρός, Καθηγητής Δ/θμιας Εκπ/σης
Ως εκπαιδευτικοί με εικοσαετή εμπειρία στο δημόσιο σχολείο βιώσαμε μια αλλοτριωτική σχολική πραγματικότητα στην οποία πολλές φορές αναγκαστήκαμε να προσαρμοστούμε, άλλες φορές να εναντιωθούμε και άλλες να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τρόπους διαφυγής. Στην προσπάθεια να συμπυκνώσουμε τα πιο σημαντικά κατά την προσωπική μας άποψη στοιχεία που μας παρακίνησαν να διενεργήσουμε την παρούσα έρευνα, επισημαίνουμε τα παρακάτω: ….>>
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1.1 Επιλογή του θέματος
Ως εκπαιδευτικοί με εικοσαετή εμπειρία στο δημόσιο σχολείο βιώσαμε μια αλλοτριωτική σχολική πραγματικότητα στην οποία πολλές φορές αναγκαστήκαμε να προσαρμοστούμε, άλλες φορές να εναντιωθούμε και άλλες να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τρόπους διαφυγής. Στην προσπάθεια να συμπυκνώσουμε τα πιο σημαντικά κατά την προσωπική μας άποψη στοιχεία που μας παρακίνησαν να διενεργήσουμε την παρούσα έρευνα, επισημαίνουμε τα παρακάτω:
Συνημμένα
Κοινοποιήστε:
Σχετικά
By eduportal • Παιδαγωγικά • 0 • Tags: αλλοτρίωση, εκπαιδευτικός